Προς ψήφιση ο νέος κανονισμός, που θα εναρμονίσει την ελληνική νομοθεσία με τα ισχύοντα ευρωπαϊκά πρότυπα στον τομέα της πυραντίστασης κτιρίων. θα επηρεαστεί και ο χώρος των κουφωμάτων, με την ευρεία έννοια, κυρίως σε ό,τι αφορά τις πυράντοχες υαλοθύρες και υαλοστάσια.

Στο νέο κανονισμό γίνεται αναφορά στις γενικές και ειδικές ανά χρήση διατάξεις, που θα αφορούν τα νέα (και υπό προϋποθέσεις υφιστάμενα κτήρια), και θα τεθεί σε ισχύ τρεις μήνες μετά τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Εξετάζοντας τις κυριότερες αλλαγές, παρατηρούμε πως με το νέο νομοθετικό πλαίσιο εισάγονται έννοιες και πρότυπα που σε μεγάλο βαθμό αποσαφηνίζουν περιπτώσεις που έχρηζαν πολλαπλών ερμηνειών παρά τον υψηλό βαθμό ωρίμανσης της αγοράς έπειτα από σημαντικό αριθμό εκτελεσθέντων έργων. Ορίζονται, επίσης, τα πρότυπα που περιγράφουν τις αποδεκτές διαδικασίες δοκιμής και κατηγοριοποίησης ως προς την πυραντοχή των δομικών στοιχείων (αντίσταση και αντίδραση έναντι φωτιάς) και καθορίζονται οι ελάχιστες απαιτούμενες επιδόσεις για κάθε τύπο δομικού στοιχείου.Πρόσφατα τέθηκε σε δημόσια ηλεκτρονική διαβούλευση το σχέδιο προεδρικού διατάγματος «Κανονισμός Πυροπροστασίας Κτιρίων» προκειμένου με την τελική ψήφιση και μετέπειτα εφαρμογή του να αντικαταστήσει το εν ισχύ για σχεδόν τριάντα έτη ΠΔ 71/1988. Λαμβάνοντας υπόψη τις εξελίξεις σε τεχνικό και θεσμικό επίπεδο που έχουν τελεστεί σε Ελλάδα και Ευρώπη τα τελευταία χρόνια, η νομοθετική αυτή κίνηση καλείται να εκσυγχρονίσει την εθνική νομοθεσία, προσαρμόζοντας την ελληνική αγορά στη διεθνή πραγματικότητα.

Κατά συνέπεια, θα επηρεαστεί και ο χώρος των κουφωμάτων, με την ευρεία έννοια, κυρίως σε ό,τι αφορά τις πυράντοχες υαλοθύρες και υαλοστάσια, ένα αντικείμενο με σημαντική διείσδυση στο χώρο των αλουμινοκατασκευαστών, οι οποίοι θα κληθούν μαζί με τους υπολοίπους εμπλεκομένους να εφαρμόσουν τα νέα δεδομένα. Κουφώματα τέτοιου τύπου προβλέπονται σχεδόν σε κάθε μελέτη παθητικής πυροπροστασίας, είτε μεταξύ πυροδιαμερισμάτων, είτε σε οδεύσεις διαφυγής, είτε ακόμα και ως τμήματα εξωτερικού κελύφους ενός κτιρίου για τον περιορισμό της μετάδοσης της φωτιάς από κτίριο σε κτίριο. Πολλές φορές, μάλιστα, κυρίως σε περιπτώσεις κτιρίων γραφείων και ξενοδοχείων, τοποθετούνται σε κεντρικούς χώρους με μεγάλη επισκεψιμότητα και εκτός από θέματα ασφάλειας καλούνται να ικανοποιήσουν απαιτήσεις υψηλής αισθητικής με ζητούμενο την ευελιξία στο σχεδιασμό και τη διαθεσιμότητα τυπολογιών.

Μια σημαντική διαφοροποίηση έγκειται, λοιπόν, στην πλήρη αποσαφήνιση σε ό,τι αφορά την απαιτούμενη επίδοση των πυράντοχων κουφωμάτων κάθε μορφής, ορίζοντας ως ελάχιστη απαίτηση την ακεραιότητα (Ε – integrity) και ταυτόχρονα την αντίσταση στη δίοδο της θερμότητας (I – insulation). Με άλλα λόγια, στον κανονισμό ορίζεται ως ελάχιστη επίδοση η κατηγορία πυραντίστασης «ΕI», κατά το πρότυπο ΕΝ 13501-2, το οποίο εξετάζει την κατηγοριοποίηση των δομικών στοιχείων με κριτήριο την αντίσταση τους σε πλήρως ανεπτυγμένη φωτιά. Ο δείκτης (δηλαδή ο χρόνος) καθορίζεται από τη χρήση του κτηρίου αλλά και άλλες παραμέτρους, που λαμβάνονται υπόψη κατά το σχεδιασμό. Το σχέδιο νόμου, (βλ. Πιν.1 από το Παράρτημα Γ του σχεδίου νόμου) εντάσσει στο πλαίσιό του το παραπάνω πρότυπο, σε συνέχεια προηγουμένης νομοθέτησης (ΦΕΚ 210, 1η Μάρτιου 2010) για την εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας στα ευρωπαϊκά πρότυπα. Στον πίνακα (Πιν. 2 του σχεδίου νόμου) αναφέρονται οι «ελάχιστες απαιτούμενες επιδόσεις δεικτών πυραντίστασης δομικών στοιχείων».

Πυραντίσταση – Δείκτες Πυραντίστασης
Ο δείκτης πυραντίστασης ενός δομικού στοιχείου καθορίζεται μέσω εργαστηριακών δοκιμών πυραντίστασης, σύμφωνα με το πρότυπο ΕΛΟΤ EN 13501-2.Ο δείκτης πυραντίστασης αντιστοιχεί στη χρονική διάρκεια κατά την οποία το δομικό στοιχείο, όταν υποβάλλεται σε μια προδιαγεγραμμένη θερμική και μηχανική φόρτιση, ικανοποιεί συγκεκριμένα κριτήρια θερμικής και μηχανικής συμπεριφοράς. Τα σημαντικότερα κριτήρια αξιολόγησης, τα οποία χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό των αντίστοιχων δεικτών πυραντίστασης, παρατίθενται στον Πίνακα 1 (από το άρθρο 6.2 του σχεδίου νόμου).

Κάνοντας μια μικρή εισαγωγική αναφορά, ένα κούφωμα κατηγοριοποιείται κατά ΕΝ 13501-2 ως πυράντοχο κατηγορίας «EItt» (π.χ. ΕΙ 60, όπου «tt» ο δείκτης πυραντίστασης), εφόσον δύναται να ικανοποιεί το κριτήριο της ακεραιότητας, δηλαδή τον περιορισμό της φωτιάς χωρίς τη διέλευση φλόγας και θερμών αέριων στη μη πυρόβλητη πλευρά, με ταυτόχρονο περιορισμό της διόδου της θερμότητας της φωτιάς, με μέση θερμοκρασιακή μεταβολή στη μη πυρόβλητη πλευρά τους 140 oC και μέγιστη θερμοκρασία τους 180 οC.

 

Απόσπασμα από το άρθρο 3 του νέου νόμου: «Πυράντοχο κούφωμα: Κούφωμα που δοκιμαζόμενο μαζί με τις διατάξεις στήριξής του και τα απαραίτητα εξαρτήματα λειτουργίας του σε δοκιμασία ακεραιότητας και αντίστασης στη δίοδο της θερμότητας παρουσιάζει ένα δείκτη πυραντίστασης».

Τα συστήματα αυτής της κατηγορίας, ανεξάρτητα από το υλικό του προφίλ (π.χ. χάλυβας, αλουμίνιο, κ.ά.), έχουν συνήθως κοινό χαρακτηριστικό την παρουσία μόνωσης εσωτερικά του θαλάμου ή των θαλάμων τους. Σε συνδυασμό με τους υαλοπίνακες και το σύνολο των εξαρτημάτων που τα απαρτίζουν (μπάρες πανικού, πόμολα, μηχανισμοί επαναφοράς και άλλα παρελκόμενα, όπως πηχάκια, θερμοδιογκούμενες ταινίες, κ.ά.), με τα οποία έχουν από κοινού δοκιμαστεί και κατηγοριοποιηθεί, αντιστέκονται στα αποτελέσματα της φωτιάς, τουλάχιστον για το χρονικό διάστημα που ορίζεται στο δείκτη πυραντίστασης. Στις περισσότερες περιπτώσεις οι υαλοπίνακες αυτοί είναι πολλαπλών στρώσεων (Laminated κατά ΕΝ14449), όπου το υλικό που παρεμβάλλεται μεταξύ τους (interlayer) αντιδρά με την αύξηση της θερμοκρασίας και μετατρέπεται σε αδιαφανές υλικό.

Στον νέο κανονισμό απαριθμούνται, επίσης, τα πρότυπα βάσει των οποίων πραγματοποιούνται δοκιμές πυραντίστασης (Βλ. Πίν. 3 του Παραρτήματος Γ), μεταξύ άλλων το EN 1364 για τα πυράντοχα υαλοστάσια και EN 1634 για τις πυράντοχες υαλοθύρες, αποκλείοντας ουσιαστικά εθνικές νομοθεσίες και πρότυπα άλλων κρατών που ίσχυαν κατά το παρελθόν. Σε μια έκθεση δοκιμής, η οποία πραγματοποιείται σε κοινοποιημένα εργαστήρια, γίνεται αναλυτική περιγραφή του δοκιμίου, αναφέροντας τον προμηθευτή, τον τύπο προφίλ και του υαλοπίνακα, την τυπολογία κουφώματος, τις διαστάσεις, όλα τα παρελκόμενα και τον εξοπλισμό αναλυτικά. Κατά τα πρότυπα ορίζονται, επίσης, οι αυστηρές προϋποθέσεις υπό τις οποίες είναι δυνατή η μερική και εντός ορίων απόκλιση σε σχέση με το δοκίμιο αναφοράς. Συνεπάγεται πως σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπεται ο συνδυασμός μεταξύ στοιχείων που έχουν δοκιμαστεί χωριστά (π.χ. προφίλ και υαλοπίνακας) ή η υποβολή πιστοποιητικών διαφορετικών τυπολογιών (π.χ. δοκιμή σταθερού υαλοστασίου για χρήση σε υαλοθύρες). Κατ’ επέκταση, μια υαλόθυρα υποχρεωτικά απαρτίζεται από τον εξοπλισμό και τα παρελκόμενα με τα οποία έχει πραγματοποιηθεί η δοκιμή, ενώ παράλληλα δεν επιτρέπεται η οποιασδήποτε μορφής επεξεργασία ή αντικατάσταση των υαλοπινάκων που αναφέρονται στη δοκιμή πέραν της χρήσης για την οποία προορίζονται.

Σημαντικό θέμα που επαναφέρει ο νέος κανονισμός και αφορά κυρίως τα κτίρια με γυάλινες προσόψεις είναι η μετάδοση της φωτιάς από όροφο σε όροφο, για περιπτώσεις εξωτερικών όψεων διαφορετικών πυροδιαμερισμάτων. Προβλέπεται ελάχιστη απόσταση 1,40 μέτρων μεταξύ ανοιγμάτων χωρίς τον απαιτούμενο δείκτη πυραντίστασης. Σε κάθε περίπτωση, το τμήμα μεταξύ των ανοιγμάτων, συμπεριλαμβανομένης πιθανής προεξοχής, θα πρέπει να έχει τον ίδιο δείκτη πυραντίστασης με αυτόν του δαπέδου του πυροδιαμερίσματος (βλ. σχήμα 1 από το άρθρο 6.9 του σχεδίου νόμου). Σε ό,τι αφορά τα ξενοδοχεία, οι πόρτες εισόδου των υπνοδωματίων πρέπει υποχρεωτικά να είναι τουλάχιστον κατηγορίας ΕΙ 30.

Τα παραπάνω δεν είναι πάρα μερικά από τα σημεία εκείνα που χρήζουν αναφοράς. Ανεξάρτητα, πάντως, από την τελική μορφή που θα λάβει ο νέος κανονισμός σε ό,τι αφορά τα πυράντοχα κουφώματα, αποτελεί ένα πλαίσιο που επιχειρεί να αναβαθμίσει το επίπεδο ασφαλείας των νέων κτηρίων, ενώ μένει να αποσαφηνιστεί στην πράξη το καθεστώς των υφισταμένων. Η αποκλειστική χρήση συστημάτων που δοκιμάζονται και κατηγοριοποιούνται κατά τα ευρωπαϊκά πρότυπα αναμορφώνει την αγορά και θέτει κανόνες υγιούς ανταγωνισμού. Παράλληλα, προσφέρει εν δυνάμει σημαντικές προοπτικές, αυξάνοντας το αντικείμενο ποσοτικά και ποιοτικά τόσο στα νέα κτίρια όσο και σε ανακατασκευές, κυρίως σε ό,τι αφορά τα ξενοδοχεία.

Όλα αυτά, ενώ ήδη από τις αρχές Νοέμβριου του 2016 έχει τεθεί σε ισχύ το πρότυπο ΕΝ 16034, που αφορά εξωτερικές πόρτες και παράθυρα. Στη δήλωση επίδοσης που συνοδεύουν τα προϊόντα αυτά προκειμένου να διατεθούν στην αγορά της Ευρωπαϊκής Ένωσης ο κατασκευαστής μπορεί να αναφέρει τις επιδόσεις ως προς την πυραντίσταση. Με την πλήρη ισχύ του διατάξεων του προτύπου από 1ης Νοέμβριου 2019, η αναφορά αυτή καθίσταται υποχρεωτική. Απόρροια αυτής είναι η απαίτηση μονίμου τεκμηριωμένου ελέγχου της παραγωγής και δοκιμών στο εργοστάσιο υπό την εποπτεία κοινοποιημένου οργανισμού, κατά τις απαιτήσεις «Ελέγχου Παραγωγής στο Εργοστάσιο» (Factory Production Control – FPC) με Σύστημα 1. Η εξέλιξη αυτή, που σύντομα θα αποτελεί πραγματικότητα, έχει ήδη θέσει σε εγρήγορση πολλούς οργανισμούς κυρίως στο εξωτερικό και αναμένεται να επιφέρει σημαντικές ανακατατάξεις σε πολλούς τομείς της αλυσίδας.

 

Του Αγγέλου Βενιέρη, μηχανολόγος μηχανικός, εταιρεία ili-Con